Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(Αἰακιδᾶν

См. также в других словарях:

  • Αἰακιδᾶν — Αἰακίδης masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακίδαν — Αἰακίδᾱν , Αἰακίδης masc acc sg (epic doric aeolic) Αἰακίδης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αιώνας — ο (Α αἰών, ο και η) 1. μεγάλο, απεριόριστο χρονικό διάστημα, στο παρελθόν ή στο μέλλον, μακριά σειρά ετών, χρόνια και χρόνια (στα νεοελλ. και μτφ. ή και για δήλωση υπερβολής) 2. φρ. «απ αιώνος», από ακαθόριστο χρόνο στο παρελθόν, από πολύ παλιά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»