-
61 άσωτος
άσωτος, -η, -οбеспутный, блудный;ΦΡ.άσωτος υιός ο — блудный сын (Лк.15, 11-32)Этим.дргр. первоначальное значение «погибший, пропащий, сын погибели» < α- (отриц. приставка) + -σωτος < σώζω «спасать». Значение «распутный, развращенный» является более поздним. Словосочетание άσωτος υιός «блудный сын» относится к притчи Христа (Лк. 15, 11-32), где, однако, не употребляется прилагательное άσωτος «блудный», а наречие ασώτως «распутно, блудно»:και εκεί διεσκόρπισεν την ουσίαν αυτού ζων ασώτως (15, 13) — и там расточил имение свое, живя распутно
-
62 1563
{нареч., 98}там, туда.Ссылки: Мф. 2:13, 15, 22; 5:24; 6:21; 8:12; 12:45; 13:42, 50, 58; 14:23; 15:29; 17:20; 18:20; 19:2; 21:17; 22:11, 13; 24:28, 51; 25:30; 26:36, 71; 27:36, 47, 55, 61; 28:7; Мк. 1:13; 2:6; 3:1; 5:11; 6:5, 10, 33, 55; 11:5; 13:21; 14:15; 16:7; Лк. 2:6; 6:6; 8:32; 9:4; 10:6; 11:26; 12:18, 34; 13:28; 15:13; 17:21, 23, 37; 21:2; 22:12; 23:33; Ин. 2:1, 6, 12; 3:22, 23; 4:6, 40; 5:5; 6:3, 22, 24; 10:40, 42; 11:8, 15, 31; 12:2, 9, 26; 18:2, 3; 19:42; Деян. 9:33; 14:28; 16:1; 17:14; 19:21; 25:9, 14; Рим. 9:26; 15:24; 2Кор. 3:17; Тит. 3:12; Евр. 7:8; Иак. 2:3; 3:16; 4:13; Откр. 2:14; 12:6, 14; 21:25; 22:5.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > 1563
См. также в других словарях:
ἐκεῖ — there indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκεί — επίρρ. τοπ., για τόπο μακρινό ή που έγινε γι αυτόν λόγος πριν 1. σ εκείνο το μέρος· α. σε στάση: Εκεί είναι το μαγαζί. β. σε κίνηση προς κάποιο τόπο: Πάμε εκεί. 2. για ακριβέστερο προσδιορισμό των παραπάνω σημασιών εκφέρεται μαζί με λέξεις… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εκεί — και κει (AM ἐκεῑ) επίρρ. 1. σ εκείνη τη θέση, σ εκείνο το μέρος 2. προς εκείνη την κατεύθυνση 3. χρον. τότε 4. (με άρθρο) αυτός που βρίσκεται ή γίνεται σ έναν τόπο (α. «εἰσῆλθε λαμπρός, πᾱσι τοῑς ἐκεῑ σέβας», Σοφ. β. «τράβηξε προς τα κει») 5. με… … Dictionary of Greek
ἔκει — κέω to lie down imperf ind act 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γαστὴρ οὐκ ἔκει ὦτα. — γαστὴρ οὐκ ἔκει ὦτα. См. У брюха нет уха … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ἔνθα πολλοῖ ἀλέκτορες, ἐκει ἡμέρα οὐ γίγνεται. — ἔνθα πολλοῖ ἀλέκτορες, ἐκει ἡμέρα οὐ γίγνεται. См. У семи нянек дитя без глаза … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐιρικνεῖ ται, προσραπτέον ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν. — ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐιρικνεῖ ται, προσραπτέον ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν. См. Где волчий рот, а где лисий хвост … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ἔνθα πολλοὶ πτύουσι, πυλὸς ἐκεῖ γίνεται… — См. По капельке море, по зернышку ворох … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
τοὐκεῖ — ἐκεῖ , ἐκεῖ there indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τηνεί — ἐκεῖ there doric (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek